Καλωσήρθατε στο AlldayGreece

Ροτόντα (Θεσσαλονίκη)

Ροτόντα (Θεσσαλονίκη)

Η Ροτόντα είναι θολωτό κυκλικό κτίσμα του 4ου αιώνα στη Θεσσαλονίκη, παρόμοιο με το Πάνθεον της Ρώμης. Η αρχική χρήση της δεν είναι γνωστή, αλλά ως τώρα έχουν διατυπωθεί διάφορες υποθέσεις. Κάποιες από αυτές είναι ότι υπήρξε ναός του Διός, ή των Καβείρων, ότι κατασκευάστηκε από τον Καίσαρα Γαλέριο ως μαυσωλείο του, ή ως αίθουσα του θρόνου στο ανακτορικό συγκρότημα. Μετατράπηκε σε ναό την παλαιοχριστιανική περίοδο, τον οποίο κάποιοι ερευνητές ταυτίζουν με τον ναό των Ασωμάτων Δυνάμεων που αναφέρουν οι βυζαντινές πηγές. Συμπεριλαμβάνεται στα Παλαιοχριστιανικά και Βυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.

Κτίστηκε στα χρόνια του αυτοκράτορα Γαλέριου γύρω στο 304, ενώ προοριζόταν ως Μαυσωλείο του Γαλέριου. Ωστόσο, εξαιτίας του θανάτου του Γαλέριου το 311, η Ροτόντα έμεινε κενή χωρίς χρήση. Αργότερα χρησιμοποιήθηκε με διαφορετική λειτουργία απο λαούς της εγγύς ανατολής.

Στα τέλη του 4ου αιώνα, την εποχή του Θεοδόσιου Α’ και αφότου στη Θεσσαλονίκη είχε επικρατήσει ο Χριστιανισμός, η Ροτόντα μετατράπηκε σε χριστιανικό ναό και τότε έγιναν στο μνημείο ορισμένες μετασκευές, που ήταν αναγκαίες για τη νέα λατρεία. Έτσι έγινε διάνοιξη της ανατολικής κόγχης και προσθήκη του ιερού, ενώ ανοίχτηκε και η αντίστοιχη δυτική κόγχη και δημιουργήθηκε νέα είσοδος. Ακόμη, σε απόσταση οκτώ μέτρων από τον τοίχο κατασκευάστηκε εξωτερικά ένας άλλος χαμηλότερος κυκλικός τοίχος που δεν υφίσταται σήμερα. Ο χώρος ανάμεσα στους δύο τοίχους στεγάστηκε και, με τη διάνοιξη των υπολοίπων κογχών, δημιουργήθηκε ένα περιμετρικό εξωτερικό κλίτος. Τέλος, κατασκευάστηκαν τα περίφημα ψηφιδωτά του μνημείου, που κοσμούν καμάρες κογχών, τοξωτά ανοίγματα φεγγιτών και τον μεγάλο θόλο. Θεωρείται πως ο αρχικός σκοπός ήταν η χρήση του ως βαπτιστήριο των πιστών Χριστιανών της Θεσσαλονίκης.

Από την Αψίδα του Γαλερίου μία «πομπική οδός» οδηγούσε προς τα βορειοανατολικά στη Ροτόντα, το κορυφαίο κτίριο του Γαλεριανού Συγκροτήματος, στο επιβλητικό, πλινθόκτιστο, κυκλικό στην κάτοψή του οικοδόμημα. Η διάμετρος του κτηρίου είναι 24,50 μέτρα και το ύψος περίπου 30 μέτρα. Εσωτερικά στο πάχος των τοίχων, που είναι 6,30 μέτρα, ανοίγονται οκτώ καμαροσκέπαστες κόγχες. Πάνω από αυτές υπάρχουν μεγάλα παράθυρα με τοξωτές απολήξεις και πιο πάνω, στα ενδιάμεσα, μια ακόμη σειρά από μικρότερα παράθυρα. Το οικοδόμημα είναι καλυμμένο με μεγάλο ημισφαιρικό τρούλο, στην κορυφή του οποίου υπήρχε οπαίο, για να διαχέεται στο εσωτερικό το φως της ημέρας. Τον τρούλο κρύβει εξωτερικά ο υπερυψωμένος περιμετρικός τοίχος, που κλείνει επάνω με ξύλινη κεραμοσκεπή. Η είσοδος του μνημείου, στην αρχική κατασκευή, ήταν από τα νοτιοδυτικά, όπου υπάρχει ένα πρόπυλο και όπου κατέληγε η «πομπική οδός».

Έξω από το νότιο πρόπυλο του μνημείου έχει εντοπιστεί η βάση του μαρμάρινου μονολιθικού άμβωνα, ο οποίος σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο της Κωνσταντινούπολης.

Ροτόντα ονομάστηκε από το κυκλικό της σχήμα, ενώ το όνομα Άγιος Γεώργιος έλαβε από το γειτονικό ομώνυμο εκκλησάκι μετά την Απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το 1912. Σήμερα λειτουργεί ως επισκέψιμο μνημείο.

Οι αγιογραφίες είναι από τις αρχές του 5ου αιώνα, διότι οι εικονιζόμενοι άγιοι μαρτύρησαν όλοι μέχρι την εποχή του Διοκλητιανού και του Μαξιμιανού. Οι αγιογραφίες διασώζονται σήμερα μόνο κάτω από τον θόλο, ενώ οι υπόλοιπες καταστράφηκαν όταν ο ναός μεταβλήθηκε από τους Τούρκους σε μωαμεθανικό τέμενος από τον σεΐχη Σουλεϊμάν Χορτατζή Εφέντη το 1590. Τότε έγινε και η προσθήκη του μιναρέ. Τα ψηφιδωτά που σώζονται στις καμάρες και στα τόξα των φεγγιτών έχουν καθαρά διακοσμητικό χαρακτήρα. Εικονίζονται μέσα σε χρυσό φόντο γεωμετρικά σχήματα σε μεγάλη ποικιλία καθώς και θέματα από το φυσικό κόσμο, όπως καρποί, ζώα, πουλιά, κάνιστρα και άνθη με μια φυσιοκρατική διάθεση και ζωηρά χρώματα. Στην κορυφή της μεγάλης ψηφιδωτής σύνθεσης στον θολο εικονιζόταν όρθιος σταυροφόρος Χριστός γεγονός που μας αποκαλύπτεται από το διασωθέν περίγραμμα από κάρβουνο που απέμεινε. Ο Χριστός εικονιζόταν μέσα σε πολύχρωμη «δόξα», τμήματα της οποία διασώζονται σήμερα, που την υποβάσταζαν τέσσερις άγγελοι. Κατά τον πρόσφατο καθαρισμό των ψηφιδωτών του μνημείου ήρθαν στο φως τα κεφάλια και τα φτερά των αγγέλων. Πιο κάτω υπάρχει μία ζώνη των ψηφιδωτών που έχει καταστραφεί. Χαμηλότερα η τρίτη ζώνη ψηφιδωτών είναι καλύτερα διατηρημένη. Είναι χωρισμένη σε οκτώ τμήματα, σε καθένα από τα οποία παριστάνεται ένα φανταστικό διώροφο πολυτελές και ανάλαφρο οικοδόμημα με πλήθος διακοσμητικών στοιχείων. Μπροστά από αυτά τα οικοδομήματα παριστάνονται, δύο ή τρεις άγιοι όλοι σε στάση δέησης. Οι επιγραφές που τους συνοδεύουν δηλώνουν το όνομα, την ιδιότητά τους και το μήνα που γιορτάζουν. Τα πρόσωπά τους διατηρούν την ελληνιστική παράδοση και αποτελούν έξοχα δείγματα της πρώιμης χριστιανικής προσωπογραφίας. Στην κόγχη του ιερού υπάρχει τοιχογραφημένη η Ανάληψη, που έχει υποστεί φθορές.

Το Μάρτιο του 1430 η Θεσσαλονίκη μετατρεπόταν από κέντρο του ορθόδοξου χριστιανικού πολιτισμού σε μια νέα εστία της τουρκο-ισλαμικής κουλτούρας. Η τουρκική κατάκτηση άλλαξε τη μορφή της πόλης με την ύψωση μιναρέδων δίπλα στις εκκλησίες που μεταβλήθηκαν σταδιακά σε τζαμιά. Η μετατροπή των εκκλησιών σε τζαμιά έγινε σε δύο φάσεις, μία στο τέλος του 15ου και μία στο τέλος του 16ου αιώνα. Η δεύτερη φάση συνδέεται με το γενικό φόβο για το τέλος του κόσμου στο μουσουλμανικό έτος 1000 (1592 μ.Χ). Η Ροτόντα έγινε τζαμί υπό αυτές τις συνθήκες το έτος 999 της Εγίρας (1590 μ.Χ). Ο Σινάν Πασάς ανέλαβε τις απαραίτητες εργασίες για τη μετατροπή, που περιλάμβαναν και την κατασκευή του μιναρέ στον τύπο εκείνο που είχαν κτιστεί οι μιναρέδες στην Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης από τον Σελίμ Β΄.

Ο μιναρές της Ροτόντας σώζεται σήμερα χωρίς την κωνική στέγη του και με κατεστραμμένο μετά τον σεισμό του 1978 το υψηλότερο τμήμα του, όπως επίσης και τμήμα του εξώστη του. Το ύψος του μιναρέ φτάνει τα 35,85μ. Η βάση του είναι ορθογωνική, τετράγωνη σε κάτοψη, με μήκος πλευράς 5,65 μ. περίπου. Στο ύψος του κατωφλιού του ανοίγματος η βάση φαρδαίνει και δημιουργείται κρηπίδωμα που προεξέχει 14 εκ. περίπου περιμετρικά από την τοιχοποιία της βάσης. Το άνοιγμα του κλιμακοστασίου είναι κυκλικό με διάμετρο 1,80μ. Στο κέντρο του ανοίγματος είναι τοποθετημένος μαρμάρινος κίονας διαμέτρου 0,27 μ. και ύψους 2,27 μ. Αποτελεί τη βάση του κτισμένου πυρήνα του κλιμακοστασίου που δημιουργείται από επάλληλους πλίνθους κυκλικής διατομής. Το άνοιγμα που οδηγεί στο εσωτερικό του μιναρέ καταλήγει σε οξυκόρυφο τόξο κατασκευασμένο με πλίνθους. Σε χαμηλότερη στάθμη μαρμάρινο μέλος αποτελεί το οριζόντιο ανώφλι του ανοίγματος, ενώ το κενό ανάμεσα στο ανώφλι και το κατακόρυφο τόξο κλείνεται με δεύτερο ημικυκλικό τόξο και γέμισμα του τυμπάνου με λίθους.

Η βάση του κορμού είναι σε κάτοψη εξωτερικά πολύγωνο με τριάντα πλευρές και με διάμετρο εγγεγραμμένου κύκλου που κυμαίνεται από 3,17 μ. στο χαμηλότερο σημείο έως 4,5 μ. στο υψηλότερο τμήμα του. Στην επιφάνεια του στερεού που καλύπτεται με ακτινωτές διακοσμήσεις, ανοίγεται μικρό παράθυρο ύψους 42 εκ. και πλάτους 12 εκ. Ο κορμός του μιναρέ που υψώνεται σαν δωρικός κίονας, είναι σε κάτοψη εσωτερικά κύκλος και εξωτερικά πολύγωνο με είκοσι πλευρές. Φέρει δύο πλίνθινους δακτυλίους, έναν κοντά στη βάση του και έναν κοντά στο ύψος του εξώστη, και πέντε στενόμακρα παράθυρα πλάτους περίπου 10 εκ. και ύψους 40-60 εκ., που φαρδαίνουν στο εσωτερικό και βρίσκονται στην ίδια κατακόρυφο. Το τμήμα του κορμού πάνω από τον εξώστη αλλάζει ελαφρά κλίση και καταλήγει, μετά την μεσολάβηση νέου δακτυλίου, σε εξωτερικό πολύγωνο με διάμετρο εγγεγραμμένου κύκλου 1,2 μ. Στον εξώστη, που έχει πλάτος 0,87 μ. οδηγεί άνοιγμα ύψους 1,5 μ με τοξωτή απόληξη. Η έντονα κωνική στέγαση του μιναρέ που βλέπουμε σε παλιές φωτογραφίες, δεν σώζεται σήμερα. Από τη βάση του κτίσματος μέχρι την κορυφή του μεσολαβούν 129 σκαλοπάτια. Το πάχος της τοιχοποιίας της βάσης είναι 1,4 μ. Παράπλευρα στη θύρα εισόδου βρίσκονται εντοιχισμένοι πεσσίσκοι παλαιοχριστιανικής βασιλικής, που όμοιοί τους σώζονται ανάμεσα στα γλυπτά του περιβόλου της Ροτόντας. Διακρίνονται ακόμη δύο επιτύμβιες πλάκες εντοιχισμένες στη βορειοανατολική και νοτιοανατολική πλευρά της βάσης του μιναρέ. Τη σημερινή κλίμακα ανόδου στο εσωτερικό του μιναρέ αποτελούν επάλληλα μαρμάρινα σκαλοπάτια σε δεύτερη χρήση.

Μετά τον σεισμό του 1978 ο μιναρές ζώστηκε με μεταλλικές σκαλωσιές, όπως και η Ροτόντα. Στα άμεσα μέτρα στερέωσης του μνημείου ήταν η κατασκευή εσωτερικού μανδύα από οπλισμένο σκυρόδεμα στο ανώτατο τμήμα του και το περιμετρικό δέσιμο του κατεστραμμένου εξώστη του.

Από το 1988 ανήκει στα μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Στις 18 Δεκεμβρίου 2015 η Ροτόντα μετά από τις εργασίες αποκατάστασης άνοιξε τις πύλες της στο κοινό και ξαναβρήκε τη θέση της στην πολιτιστική κληρονομιά της Θεσσαλονίκης.

Η Ροτόντα ως κατασκευή είναι μοναδική στον Ελλαδικό χώρο διότι η κυκλική μορφή της παραπέμπει και ακολουθεί ακριβώς την τεχνοτροπία του Πανθεον στη Ρώμη. Έχει ύψος ως τον θόλο της 29,80μ., εσωτερική διάμετρο 24,50μ. και το πάχος του τοίχου της είναι 6,30μ.

Για το χτίσιμό της χρησιμοποιήθηκαν λίθοι, κεραμικό κονίαμα, ενώ κατά διαστήματα παρατηρούμε πλατιές ζώνες πλίνθων. Η στέγη της κλιμακώνεται σε τρεις βαθμίδες, η δε κορυφή του θόλου είναι κωνική.

Στο εσωτερικό μετράμε οκτώ τοξωτά παράθυρα τα οποία μαζί με τα ισάριθμα ημικυκλικά ανοίγματα στη βάση του τρούλου, αποτελούν το κύριο μέσο φωτισμού της Ροτόντας.

Αρχικά στην κορυφή του θόλου υπήρχε οπή εξαερισμού και αντίστοιχα στο κέντρο του δαπέδου βαθύ φρεάτιο αποχέτευσης.

Η Ρωμαϊκή της καταγωγή εξυπακούεται αφού είναι πλέον βέβαιο, χάρη στην αρχαιολογική σκαπάνη ότι αποτελούσε μέρος του Ανακτορικού συγκροτήματος του Γαλερίου το οποίο απλώνεται στη νότια πλευρά της Ροτόντας στην οδό Δημητρίου Γούναρη προς τη θάλασσα.

Η Ροτόντα χτίστηκε σε ένα υψωμένο περίβολο, με εξέδρα στην ανατολική και στη δυτική της πλευρά. Συνδεόταν με την αψίδα του Γαλερίου (Καμάρα) μέσω μιας πομπικής οδού με κιονοστοιχίες εκατέρωθεν, που κατέληγε στο κυρίως Ανακτορικό συγκρότημα.

Η πραγματική χρήση του χώρου κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο δεν είναι απολύτως σίγουρη. Στηριζόμενοι τόσο στις οικοδομικές συνήθειες των Ρωμαίων αρχόντων, αλλά και στην ομοιότητά του με το Πάνθεον της Ρώμης, ενδέχεται σε μεγάλο βαθμό να αποτελούσε λατρευτικό χώρο αφιερωμένο στην λατρεία των Καβύρων ή του Δία, ο οποίος ήταν ο προστάτης του Γαλέριου.

Η πομπική οδός που συνέδεε τη Ροτόντα με το κυρίως ανάκτορο ενισχύει την σημαντικότητα του κτίσματος και την άποψη ότι στο χώρο τελούνταν οι επίσημες λατρευτικές τελετές του παλατιού.

Είναι πιθανό το κτίριο να προοριζόταν για Μαυσωλείο του αυτοκράτορα Γαλερίου, το οποίο τελικά δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ, αφού ο Γαλέριος πέθανε και τάφηκε μακριά από τη Θεσσαλονίκη.
Μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού, από τη βασιλεία του αυτοκράτορα Θεοδοσίου και έπειτα η Ροτόντα χρησιμοποιείται ως χριστιανικός ναός. Είναι η εποχή όπου έγιναν οι μεγαλύτερες παρεμβάσεις στο οικοδόμημα.

Στην ανατολική πλευρά γκρεμίστηκε ο κυλινδρικός τοίχος, ώστε να χτιστεί ορθογώνιος χώρος που θα φιλοξενούσε το ιερό βήμα του ναού.

Η συγκεκριμένη προσθήκη επηρέασε την στατικότητα του κτιρίου αφού δεν έγινε κατόπιν μελέτης, με αποτέλεσμα τμήμα του ανατολικού θόλου να καταρρεύσει – πιθανά κατά τη διάρκεια σεισμού – καταστρέφοντας και την ψηφιδωτή του διακόσμηση.

Το ιερό βήμα ξαναχτίστηκε χρησιμοποιώντας αυτή τη φορά εξωτερικά αντερίσματα για την στήριξή του.

Ακόμη μια επέμβαση της χριστιανικής περιόδου είναι η δημιουργία εξωτερικού κυκλικού τοιχίου σκεπαστού, σε απόσταση οκτώ μέτρων από το κυρίως κυλινδρικό κτήριο της Ροτόντας, ενώ διανοίχτηκε είσοδος με νάρθηκα, στην δυτική πλευρά του κτιρίου όπως συνηθίζεται στους χριστιανικούς ναούς. Χτίστηκαν ακόμη δυο παρεκκλήσια στον περίβολο, ένα κυκλικό ανατολικά και ένα οκταγωνικό δυτικά.

Θαυμάσια ψηφιδωτά κάλυψαν τον θόλο της Ροτοντας με θέμα τα Θεία Επιφάνεια. Σε κατώτερες ζώνες διακρίνονται ενδύματα και μορφές των Δώδεκα Αποστόλων και στην τρίτη ζώνη απεικονίζονται οι πρωτομάρτυρες και άγιοι σε στάση δέησης. Τα ψηφιδωτά της Ροτόντας ακόμη και σήμερα είναι εξαιρετικής ομορφιάς και τεχνικής, αριστουργήματα τόσο ως προς τα χρώματα αλλά για την ζωντάνια της απόδοσής τους.

Γραπτά στοιχεία που να αναφέρουν σε ποιον Άγιο ήταν αφιερωμένη η Ροτόντα ως χριστιανικός ναός, δεν υπάρχουν. Αναφορές σε βυζαντινά κείμενα μιλούν για την αφιέρωση του ναού στους Ασώματους ή Αρχαγγέλους, ονομασία την οποία έφερε και η γειτονική συνοικία της Ροτόντας προς το Ανατολικό τείχος της Θεσσαλονίκης .

Την ονομασία Αγιος Γεώργιος την πήρε μεταγενέστερα από το παρεκκλήσι που είναι χτισμένο απέναντι από τη δυτική πύλη του περιβόλου της, μετόχι του Αγίου Όρους.

Η Ροτόντα έγινε η Μητρόπολη της Θεσσαλονίκης από το 1523 ως το 1590 μ.Χ όταν η Αγία Σοφία μετατράπηκε σε τζαμί.

Κατά την Οθωμανική περίοδο αλλά και σε τούρκικες γραπτές πηγές είναι γνωστή, ως η Παλιά Μητρόπολη (Εσκί Μετροπόλ).

Το 1590 όταν η Θεσσαλονίκη βρίσκεται ήδη υπό Οθωμανική κατοχή, η Ροτόντα μετατρέπεται σε τζαμί με την ονομασία Χορτατζή Σουλειμάν Εφέντη Τζαμί. Όπως προδίδει και η ονομασία την ευθύνη για την μετατροπή της σε τζαμί και την ανέγερση του μιναρέ όπως και του σιντριβανιού, που βρίσκεται στα δυτικά του κτηρίου, την έχει ο σεΐχης των δερβίσηδων Χορτατζή Σουλειμάν Εφέντη
Ο τάφος του δερβίση Σουλεϊμάν βρίσκεται στον ταφικό περίβολο έξω από το ιερό βήμα της Ροτόντας.

Ο μιναρές της Ροτόντας είναι ο μόνος που διασώθηκε κατά τη γενική κατεδάφιση των μιναρέδων στη Θεσσαλονίκη την δεκαετία του 1920. Οι ζημιές που έχει υποστεί οφείλονται στους σεισμούς που έγιναν κατά καιρούς στη Θεσσαλονίκη.

Όταν η Ροτόντα μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος όλες οι εικόνες και τα κειμήλια από τη Ροτόντα μεταφέρθηκαν στο εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου, που βρίσκεται ακόμη επί της οδού Αποστόλου Παύλου. Έτσι συνδέθηκε η ονομασία της με αυτό το παρεκκλήσι. Σύντομα ξεχάστηκε αυτή των Ασωμάτων και παρέμεινε ως τις μέρες μας γνωστή ως Άγιος Γεώργιος.

Την ονομασία Ροτόντα ωστόσο την πήρε σχετικά πρόσφατα κατά τον 18ο αι. από Ευρωπαίους περιηγητές χάρη στην κυκλικής της μορφή και παρέμεινε να χρησιμοποιείται παράλληλα με αυτή του Αγίου Γεωργίου.

Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης αποδόθηκε στη χριστιανική λατρεία, ωστόσο μετά το 1920 χρησιμοποιήθηκε για να στεγάσει συλλογές χριστιανικών γλυπτών.

Τα σχέδια να λειτουργήσει ως Μακεδονικό Μουσείο δεν ευόδωσαν. Στη διάρκεια των ετών υπήρξαν αψιμαχίες αν το κτήριο της Ροτόντας είναι θρησκευτικό η πολιτιστικό μνημείο μέχρι την απόφαση του ΣτΕ το 1999, που αποδίδει οριστικά τη Ροτόντα στα πολιτιστικά μνημεία της Θεσσαλονίκης.

Ο λόγος για την εντυπωσιακή Ροτόντα, ένα από τα συγκαταλεγμένα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO (από το 1988) στη Θεσσαλονίκη. Το 2015, το εμβληματικό μνημείο άνοιξε για το κοινό ύστερα από δεκαετίες αναστηλωτικών και στερεωτικών εργασιών μετά τις σοβαρές ζημιές που υπέστη από τον μεγάλο σεισμό του 1978..